Το δίκαιο της κληρονομιάς αποτελεί έναν από τους πιο ευαίσθητους και καθοριστικούς κλάδους του αστικού δικαίου, καθώς αφορά τη μεταβίβαση περιουσίας μετά τον θάνατο ενός προσώπου. Η κληρονομική διαδοχή δεν είναι μόνο νομικό ζήτημα· αγγίζει βαθιά την οικογενειακή και κοινωνική ζωή, συχνά δημιουργώντας εντάσεις ή δύσκολες αποφάσεις.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, δύο έννοιες που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι η αποποίηση κληρονομιάς και η αποκλήρωση. Η πρώτη αφορά την επιλογή του ίδιου του κληρονόμου να μην αποδεχθεί την κληρονομία που του αναλογεί, συνήθως για λόγους οικονομικούς (π.χ. ύπαρξη χρεών). Η δεύτερη σχετίζεται με το δικαίωμα του διαθέτη να αποκλείσει ορισμένους από τους κληρονόμους του από την περιουσία του, υπό συγκεκριμένες όμως προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος.
Τι είναι η αποποίηση κληρονομιάς;
Η αποποίηση κληρονομιάς είναι το δικαίωμα του κληρονόμου να αρνηθεί την περιουσία που του αναλογεί από μια κληρονομική διαδοχή. Η επιλογή αυτή ασκείται συνήθως όταν η κληρονομιά περιλαμβάνει περισσότερα χρέη παρά περιουσιακά στοιχεία, ώστε ο κληρονόμος να μην επιβαρυνθεί με οικονομικές υποχρεώσεις που θα ξεπερνούσαν το όφελος.
Η αποποίηση γίνεται ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδικείου και πρέπει να δηλωθεί ρητά μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών από τότε που ο κληρονόμος πληροφορήθηκε την επαγωγή της κληρονομιάς. Εφόσον δεν υπάρχει διαθήκη, η προθεσμία ξεκινά από τον θάνατο του κληρονομουμένου, ενώ στην περίπτωση ύπαρξης διαθήκης, η προθεσμία αρχίζει από την ημερομηνία δημοσίευσής της. Αν ο κληρονομούμενος διέμενε στο εξωτερικό ή ο κληρονόμος ζει εκτός Ελλάδος, η προθεσμία επεκτείνεται σε ένα έτος.
Η αποποίηση δεν μπορεί να γίνει μερικώς· ο κληρονόμος αποποιείται ολόκληρη την κληρονομιά. Η δήλωση αποποίησης είναι οριστική και μη αναστρέψιμη, δεν μπορεί δηλαδή να ανακληθεί. Μετά την αποποίηση, η κληρονομική μερίδα περνά αυτόματα στον επόμενο κατά σειρά κληρονόμο, σύμφωνα με το δίκαιο της διαδοχής.
Σε περίπτωση που η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, οι προσωρινοί κληρονόμοι του θανόντος θεωρούνται αυτοδικαίως και οριστικοί κληρονόμοι, με όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που αυτό συνεπάγεται.
Τι είναι η αποκλήρωση;
Η αποκλήρωση πρακτικά είναι το δικαίωμα του διαθέτη να στερήσει έναν ή περισσότερους από τους κληρονόμους του από την κληρονομική τους μερίδα. Ωστόσο, η δυνατότητα αυτή δεν είναι απόλυτη· το ελληνικό δίκαιο προβλέπει την έννοια της νόμιμης μοίρας, που κατοχυρώνει ελάχιστο μερίδιο κληρονομιάς για ορισμένους συγγενείς (π.χ. τέκνα, σύζυγο). Πιο συγκεκριμένα, μπορούμε να πούμε πως υπάρχουν δύο είδη αποκλήρωσης, εν ευρεία και εν στενή έννοια. Η αποκλήρωση εν ευρεία αφορά τον αποκλεισμό από την εξ αδιαθέτου διαδοχή, με την επιφύλαξη των διατάξεων της νόμιμης μοίρας. Η αποκλήρωση εν στενή έννοια, που προβλέπει και τη στέρηση του μεριδούχου από τη νόμιμη μοίρα, μπορεί να γίνει μόνο για συγκεκριμένους λόγους που προβλέπει ο Αστικός Κώδικας, όπως ενδεικτικά:
Η αποκλήρωση πρέπει να διατυπώνεται ρητά στη διαθήκη και να αναφέρεται ο λόγος που τη δικαιολογεί. Αν δεν συντρέχει νόμιμος λόγος ή ο λόγος είναι αναληθής, η διαθήκη μπορεί να προσβληθεί δικαστικά από τον θιγόμενο κληρονόμο.
Διαφορές μεταξύ αποποίησης και αποκλήρωσης
Παρά το γεγονός ότι τόσο η αποποίηση όσο και η αποκλήρωση οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα – τη μη συμμετοχή ενός προσώπου στην κληρονομιά –, πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικούς θεσμούς, με διαφορετική αφετηρία και έννομες συνέπειες. Οι βασικότερες διαφορές εντοπίζονται στα εξής σημεία:
Στην αποποίηση, την απόφαση λαμβάνει ο ίδιος ο κληρονόμος, ο οποίος επιλέγει να αρνηθεί την κληρονομιά. Στην αποκλήρωση, η πρωτοβουλία ανήκει αποκλειστικά στον διαθέτη, που με τη διαθήκη του μπορεί να μειώσει το μερίδιο που θα έπαιρνε ένας κληρονόμος ή να τον αποκλείσει εντελώς από την κληρονομιά.
Η αποποίηση λαμβάνει χώρα μετά τον θάνατο του κληρονομούμενου, όταν ο κληρονόμος καλείται στην κληρονομιά. Η αποκλήρωση, αντίθετα, πραγματοποιείται εν ζωή του διαθέτη, μέσω της διαθήκης του.
Η αποποίηση είναι δικαίωμα του κληρονόμου χωρίς να χρειάζεται αιτιολόγηση. Η αποκλήρωση, αντίθετα, μπορεί να γίνει μόνο για συγκεκριμένους λόγους που προβλέπει ο νόμος, ώστε να προστατεύεται η νόμιμη μοίρα των στενών συγγενών.
Με την αποποίηση, η κληρονομιά περνά στον επόμενο στη σειρά κληρονόμο, ο οποίος έχει επίσης το δικαίωμα να αποποιηθεί.
Συμπερασματικά, η αποποίηση και η αποκλήρωση αποτελούν δύο ξεχωριστούς μηχανισμούς του κληρονομικού δικαίου που εξυπηρετούν διαφορετικούς σκοπούς: η πρώτη διασφαλίζει το δικαίωμα του κληρονόμου να προστατευθεί από δυσμενείς οικονομικές συνέπειες, ενώ η δεύτερη κατοχυρώνει τη βούληση του διαθέτη να καθορίσει ποιοι θα τον διαδεχθούν. Παρά τις διαφορές τους, και οι δύο διαδικασίες απαιτούν προσεκτική νομική καθοδήγηση και σωστή ενημέρωση, ώστε να ληφθούν αποφάσεις που δεν θα προκαλέσουν ακυρότητες ή δικαστικές διαμάχες.
Οι οικογενειακές σχέσεις και η περιουσία συνδέονται άρρηκτα και η κατανόηση αυτών των θεσμών δεν είναι απλώς νομική γνώση, αλλά εργαλείο προστασίας της περιουσίας, της οικογενειακής ευημερίας και της ίδιας της βούλησης του ατόμου.
Developed by Cactus